Γράφει στο efiveia.gr η Ψυχολόγος- Ψυχοθεραπευτρια Gestalt, MSc Γνωσιακης Επιστημης Αργυρώ Βάγια, Συνεργάτης του Κέντρου Συναισθηματικών & Αναπτυξιακών Διαταραχών Κων. Μπόλιας
Στις μέρες μας, παρατηρούμε ότι δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην άσκηση και τον υγιεινό τρόπο διατροφής, ως στοιχεία απαραίτητα για τη διατήρηση της καλής φυσικής κατάστασης, της καλαίσθητης εξωτερικής εικόνας, αλλά και της γενικότερης ευεξίας μας. Στα διαφημιστικά μηνύματα και τις ταινίες, τις εκπομπές, στο χώρο της μουσικής αφθονούν οι εικόνες ατόμων – κοινωνικών προτύπων και μη – με γυμνασμένες φιγούρες και ονειρεμένες ζωές. Έτσι, φτάνουμε να συμπεράνουμε, συνειδητά ή ασυνείδητα, ότι η υγεία, η ευημερία και η ευτυχία προϋποθέτουν ατελείωτες ώρες στα γυμναστήρια.
Ας υποθέσουμε τώρα, ότι είμαστε 13-14 ετών, μαθητές εξάωρης καθημερινής φοίτησης, με φροντιστήρια σχολικών μαθημάτων και ξένων γλωσσών, αγωνία για τη σχολική επίδοση και τη διατήρηση στενών σχέσεων με τους συνομηλίκους… κι ένα σώμα που αλλάζει προς άγνωστη κατεύθυνση. Ξαφνικά, οι απαιτήσεις για το πώς πρέπει να είμαστε φαντάζουν τεράστιες και η απόσταση ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα μεγαλώνει, οπότε, ας φτιάξουμε ένα σάντουιτς και ας αναρτήσουμε μια «πειραγμένη» selfie κι ένα κωμικό σχόλιο, μήπως και μας φτιάξει η διάθεση…
Το παραπάνω παράδειγμα θα μπορούσε να αφορά σε κάθε ηλικιακή φάση, η εφηβεία όμως είναι κατεξοχήν μια περίοδος αγωνίας για την εξωτερική εμφάνιση, αναζήτησης της εσωτερικής συνοχής και ταυτότητας και ανησυχίας για την κοινωνική ενσωμάτωση. Γι’ αυτό και είναι τόσο αναγκαία η υποστήριξη του δικού μας εφήβου, ώστε να αναπτύξει εκείνους τους γνωστικούς, συναισθηματικούς, και κοινωνικούς πόρους που θα τον/την βοηθήσουν να ανταπεξέλθει σε αγχογόνες καταστάσεις.
Τα οφέλη της ενασχόλησης με κάποιο άθλημα στη σωματική ευεξία κατά την περίοδο της εφηβείας – και όχι μόνο – μας είναι λίγο έως πολύ γνωστά: ενίσχυση του μυϊκού συστήματος, βελτίωση της καρδιοαναπνευστικής λειτουργίας, ρύθμιση του σωματικού βάρους, αύξηση του μεταβολισμού, μέσω της μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας των ορμονικών εκκρίσεων κ.ά. Πώς όμως συνεισφέρει ο αθλητισμός στη γνωστική, συναισθηματική και κοινωνική ισορροπία του οργανισμού;
Καταρχάς, η φυσική άσκηση – μεταξύ άλλων παραγόντων – συμβάλλει στην αύξηση και ωρίμανση του νευρικού συστήματος. Οι κινητικές δεξιότητες τελειοποιούνται, οι αντιληπτικές ικανότητες οξύνονται, όπως επίσης θεμελιώνεται μια θετική αντίληψη του σωματικού εαυτού. Η νοημοσύνη μας είναι ενσώματη, ο τρόπος που ερχόμαστε σε επαφή με και επεξεργαζόμαστε το περιβάλλον μας διαμεσολαβείται από το σώμα μας. Ο/Η έφηβος/η που αθλείται λοιπόν, αναπτύσσει καλύτερο έλεγχο των κινήσεων, αλλά και της προσοχής και του προγραμματισμού της δράσης του/της: κατά τη φυσική άσκηση το άτομο εστιάζεται αποκλειστικά στην αθλητική δραστηριότητα και την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος, απερίσπαστο από ταυτόχρονες πληροφορίες και περιφερειακά άγχη. Το ουσιαστικό διαχωρίζεται από το επουσιώδες κι έτσι, η διαχείριση ενός δύσκολου στόχου φαντάζει πιο εύκολη υπόθεση. Όταν γνωρίζουμε τα βήματα για να επιτύχουμε κάτι κι αν όχι τα βήματα ακριβώς, αλλά μπορούμε να οραματιστούμε την επιδίωξή μας και να την επιμερίσουμε σε υποστόχους, τότε τίποτα δεν μοιάζει ακατόρθωτο· αυξάνεται η εμπιστοσύνη στον εαυτό και δεσμευόμαστε σε έργα που απαιτούν κόπο και προσπάθεια.
Αυτές οι δεξιότητες της εστίασης, του προγραμματισμού της δράσης, της αυτοπειθαρχίας για την επίτευξη του στόχου προβάλλουν ιδιαίτερα σημαντικές στην εποχή της ευκολίας και της απόλαυσης. Είναι εξαιρετικό το ότι με το πάτημα ενός πλήκτρου έχουμε τον κόσμο στην οθόνη μας, αυτό ωστόσο δεν συνεισφέρει στην αίσθηση της προσωπικής αξίας και στην αύξηση της αυτοεκτίμησής μας. Για να βοηθήσουμε, λοιπόν, τα παιδιά μας να πιστέψουν στον εαυτό και τις δυνάμεις τους, αλλά και για να είναι αυτή η πεποίθηση ρεαλιστική, χρειάζεται να έχουν τη δυνατότητα να «μετρήσουν» τις δυνάμεις τους. Και ο αθλητισμός ενδείκνυται γι’ αυτό: λαμβάνει χώρα σ’ ένα πραγματικό και όχι εικονικό πεδίο, ο έφηβος προσβλέπει σε ένα μετρήσιμο αποτέλεσμα (ομαδικό σκορ ή ατομική επίδοση), το οποίο εύκολα μπορεί να αντιληφθεί και να βελτιώσει την επόμενη φορά μέσα από την ανατροφοδότηση που παίρνει από το ίδιο του το σώμα. Και όλα αυτά παίζοντας, συχνά στη φύση, αποσυνδεδεμένος από ένα αμιγώς γνωστικό – και ίσως βαρετό και κουραστικό έργο – κι ας έχει το παιχνίδι επίδραση σε πολλούς τομείς της αντίληψης και της δράσης του.
Η χαρά του παιχνιδιού, η ζωντάνια της άσκησης, η δυνατότητα για εκτόνωση του άγχους της καθημερινότητας είναι ίσως η πιο συνηθισμένη εμπειρία όσων αθλούνται. Είναι γνωστό ότι μετά την άσκηση αυξάνονται τα επίπεδα ενδορφινών στον οργανισμό. Οι ενδορφίνες είναι χημικές ουσίες που παράγονται στον εγκέφαλο και σχετίζονται με το αίσθημα της ευφορίας και της ευεξίας. Επίσης, έχει διατυπωθεί η υπόθεση ότι η αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος κατά την άθληση συνεπάγεται αλλαγές στη φυσιολογία του, οι οποίες επενεργούν στη μείωση του περιστασιακού άγχους.
Πέρα, ωστόσο, από τις επακόλουθες νευροχημικές διεργασίες, ο αθλητισμός μας φέρνει σε επαφή με μια από τις μεγάλες αλήθειες της ζωής: κάποιες φορές κερδίζουμε και κάποιες φορές χάνουμε. Ο έφηβος που αθλείται αποκτά μεγαλύτερη ανοχή στη ματαίωση, η ήττα γίνεται κομμάτι της καθημερινότητας και δεν τον αποθαρρύνει στην προσπάθειά του να επιτύχει. Εφόσον έρχεται συχνά και άμεσα αντιμέτωπος με την πιθανότητα να χάσει, μαθαίνει να διαχειρίζεται με ψυχραιμία τα δυσάρεστα συναισθήματα του φόβου, του θυμού, του άγχους, η δυσκολία γίνεται αυτό που πάντα ήταν: αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής. Έτσι, γίνεται ανθεκτικός, μαθαίνει την αξία της υπομονής και της επιμονής, αλλά και τις συνέπειες της παρορμητικής συμπεριφοράς, τόσο στην επίδοσή του, όσο και στους συμπαίκτες του.
Και φτάνουμε σε ένα από βασικά κίνητρα των γονέων όταν προτείνουν μια αθλητική δραστηριότητα στα παιδιά τους: την κοινωνικοποίηση. Ο αθλητισμός γενικά – και όχι μόνο τα ομαδικά αθλήματα – προσφέρει ένα σημαντικό πεδίο συνάντησης με άτομα, συνομηλίκους και μη, με τα οποία ο/η έφηβος/η μοιράζεται παρόμοια ενδιαφέροντα και εμπειρίες. Η ομάδα, ο αθλητικός σύλλογος, η συμμετοχή σε αγώνες δημιουργούν το αίσθημα του ανήκειν – τόσο απαραίτητο σε αυτήν την ηλικία! – προάγουν την κοινωνική ένταξη και τη στενή διαπροσωπική επαφή. Προωθούνται κοινωνικές αξίες, όπως ο σεβασμός συμπαικτών και αντιπάλων, η ευγενής άμιλλα, η διεκδίκηση των προσωπικών επιδιώξεων, χωρίς επιβάρυνση του άλλου, αλλά και η συμμόρφωση σε κοινά αποδεκτούς κανόνες. Πολλά από τα στοιχεία, δηλαδή που συνθέτουν την κοινωνική συνοχή.
Αν λάβουμε υπόψη μας τις πολυ-επίπεδες συνέπειες του αθλητισμού στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του/της εφήβου/ης, μπορούμε ίσως να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι ένα άτομο που εστιάζει στους στόχους του και τους προσεγγίζει συστηματικά, ενισχύεται συναισθηματικά σε αυτήν του την προσπάθεια, δεν αποθαρρύνεται από τις αποτυχίες και ανήκει σε ένα ευρύτερο σύνολο συμπορευτών, θα τρέφει σεβασμό και για τον ίδιο του τον εαυτό. Είναι πολύ πιθανό λοιπόν να φροντίζει το σώμα του, αποφεύγοντας συνήθειες που το βλάπτουν. Παράλληλα, έχοντας αναπτύξει εμπιστοσύνη στον εαυτό του και αξιοποιώντας την κρίση και τις εμπειρίες του, θα είναι ίσως περισσότερο ώριμο στις κοινωνικές του επιλογές και συναναστροφές.
Για να είναι όμως όλα αυτά εφικτά, ο αθλητισμός χρειάζεται να έχει νόημα για τον έφηβο. Και για να έχει νόημα, είναι σημαντικό να έχει επιλέξει την άσκηση που του ταιριάζει, σε συμφωνία με τις κλίσεις και τις επιθυμίες του. Συχνά, ως γονείς έχουμε απωθημένα και στερεότυπα για το άθλημα που επιθυμεί ο γιος ή η κόρη μας: «μπάσκετ, όχι πυγμαχία», «πόλο, όχι ποδόσφαιρο». Με αυτόν τον τρόπο όμως, είναι πιθανό το παιδί μας να μην μπορέσει να συνδεθεί με αυτό που εμείς προτείνουμε και άρα, να μην αποκομίσει τα οφέλη που προαναφέραμε. Μπορούμε, λοιπόν, να ενισχύσουμε τα παιδιά μας στο να επιλέξουν ένα άθλημα, στην επιλογή αυτή καθαυτή όμως, χρειάζεται να κάνουμε ένα βήμα πίσω. Όπως επίσης, είναι σημαντικό να δείξουμε υπομονή αν αυτή η επιλογή δεν γίνει με την πρώτη… Κλείνοντας, με τον αθλητισμό, όπως και με πολλές άλλες δραστηριότητές μας, είναι βοηθητικό η πρώτη γνωριμία να γίνει νωρίς, κατά την παιδική ηλικία, χωρίς όμως αυτό να είναι δεσμευτικό. Άλλωστε, ποτέ δεν είναι αργά για να αποκτήσει κανείς μια καλή συνήθεια!