Γράφει για το efiveia.gr η ψυχολόγος Αδαμαντία Μπουζιάνη
Ειδική αγωγή ονομάζεται η εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές ανάγκες, με τέτοιο τρόπο που να αντιμετωπίζει τις ατομικές διαφορές και ανάγκες του κάθε μαθητή.
Ιδανικά αυτή η διαδικασία περιλαμβάνει τον σχεδιασμό εξατομικευμένης παρέμβασης και την συστηματικά ελεγχόμενη ρύθμιση των διαδικασιών διδασκαλίας, προσαρμοσμένο εξοπλισμό και υλικά, προσιτές τοποθετήσεις και άλλες επεμβάσεις σχεδιασμένες να βοηθήσουν τους μαθητές με ειδικές ανάγκες να επιτύχουν το υψηλότερο επίπεδο της ατομικής αυτο-αποτελεσματικότητας καθώς και να επιτύχουν στο σχολείο και στην κοινωνία. Όλα τα παραπάνω δεν θα ήταν εύκολα πραγματοποιήσιμα εάν ο μαθητής είχε πρόσβαση μόνο στην κλασσική εκπαίδευση.
Η κυρία Μπουζιάνει αναφέρει στο efiveia.gr ότι ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες έχουν και τα παιδιά που χαρακτηρίζονται ως ταλαντούχα. Είναι μια διαφορά στη μάθηση και μπορούν επίσης να επωφεληθούν από εξειδικευμένες τεχνικές διδασκαλίας ή διαφορετικά εκπαιδευτικά προγράμματα. Ωστόσο, ο όρος ειδική αγωγή αναφέρεται στη διδασκαλία των μαθητών των οποίων οι ειδικές ανάγκες μειώνουν τη δυνατότητά τους να μάθουν ανεξάρτητα ή σε μία τάξη.
Οι κοινές ειδικές ανάγκες περιλαμβάνουν τις μαθησιακές δυσκολίες, τα προβλήματα επικοινωνίας, τις συναισθηματικές και συμπεριφορικές διαταραχές, τις σωματικές αναπηρίες, καθώς και τις αναπτυξιακές διαταραχές. Οι μαθητές με αυτά τα είδη των ειδικών αναγκών είναι πιθανόν να επωφεληθούν από τις πρόσθετες υπηρεσίες εκπαίδευσης, από τις διαφορετικές προσεγγίσεις στη διδασκαλία και τη χρήση της τεχνολογίας.
Το αντίθετο της ειδικής αγωγής είνια η γενική παιδεία. Γενική εκπαίδευση είναι το πρότυπο πρόγραμμα σπουδών, το οποίο παρουσιάζεται με τυποποιημένες μεθόδους διδασκαλίας και χωρίς πρόσθετες στηρίξεις.
Παρακάτω θα γίνει μία γενική αναφορά σε δύο από τους πολλούς τομείς που μπορεί να παρέμβει η ειδική αγωγή, τις μαθησιακές δυσκολίες και τον αυτισμό, καθώς και των συναφών διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών.
Μαθησιακές δυσκολίες
Το εύρος των μαθησιακών δυσκολιών είναι πολυποίκιλο. Μια απλή κατηγοριοποίηση των διάφορων τύπων μαθησιακών δυσκολιών καταλήγει σε τρεις βασικές κατηγορίες. Πιο συγκεκριμένα, οι μαθησιακές δυσκολίες χωρίζονται σε:
- Δυσκολίες λόγου και ομιλίας. Πρόκειται για δυσκολίες στην παραγωγή και κατανόηση του προφορικού λόγου. Τέτοιες μπορεί να αφορούν την παραγωγή ήχων (άρθρωση), τη μετατροπή ιδεών σε λόγο (έκφραση) ή την κατανόηση των λεγομένων του συνομιλητή.
- Δυσκολίες γραπτού λόγου. Οι δυσκολίες αυτές μπορεί να αφορούν προβλήματα στην αποκωδικοποίηση του γραπτού λόγου, προβλήματα ορθογραφίας και γενικότερα προβλήματα στην παραγωγή γραπτού λόγου. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται και η περισσότερο γνωστή περίπτωση της δυσλεξίας (συχνά αναφέρεται και ως ειδική μαθησιακή δυσκολία).
- Δυσκολίες μαθηματικού λόγου. Σε αυτή την κατηγορία εμπίπτουν δυσκολίες στην αναγνώριση αριθμών και μαθηματικών συμβόλων, στην απομνημόνευση της προπαίδειας, στην κατανόηση αφηρημένων μαθηματκών εννοιών και στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων. Όπως και στην περίπτωση της προηγούμενης κατηγορίας (δυσκολίες γραπτού λόγου), πρόκειται για μορφές μαθησιακής δυσκολίας που, για προφανείς μάλλον λόγους, τις περισσότερες φορές ανιχνεύονται μετά την ένταξη του ατόμου στην εκπαιδευτική διαδικασία.
- Άλλες δυσκολίες. Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται δυσκολίες οι οποίες επηρεάζουν σαφώς τη διαδικασία της μάθησης και μπορούν να ενταχθούν κάτω από τον όρο “μαθησιακές δυσκολίες”, χωρίς να εμπίπτουν σε μία από τις παραπάνω κατηγορίες. Τέτοιες είναι οι οπτικοκινητικές διαταραχές.
Ανάλογα λοιπόν με τη δυσκολία που αντιμετωπίζει κάποιος μαθητής, την προσωπικότητά του και τις δυνατότητές του σχεδιάζεται εξατομικευμένη παρέμβαση που περιλαμβάνει διάφορες μεθόδους αντιμετώπισης αναγνωστικών και άλλων προβλημάτων. Επιγραμματικά αναφέρονται οι αναλυτικές μέθοδοι, η τεχνική της γραφημικής ανάλυσης, οι συλλαβικές μέθοδοι κ.α.
Αναπτυξιακές διαταραχές
Ο αυτισμός και οι συναφείς διάχυτες διαταραχές είναι χρόνιες, σοβαρές νευροαναπτυξιακές καταστάσεις, γνωσικής φύσης. Χαρακτηρίζονται από συνδυασμό ποιοτικών αποκλίσεων στους τομείς της αμοιβαίας κοινωνικής αλληλεπίδρασης, της επικοινωνίας και του συμβολικού ή κοινωνικού μιμητικού παιχνιδιού και από περιορισμένο, επαναληπτικό πρότυπο ενδιαφερόντων και συμπεριφοράς.
Εκδηλώνονται νωρίς στη ζωή και επηρεάζουν βαθιά την αντίληψη του ατόμου για τον εαυτό του και τον κόσμο, τη μάθηση και την προσαρμογή στις απαιτήσεις της καθημερινής ζωής.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση του αυτισμού και των συναφών διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών αποτελεί πρόκληση και αντικείμενο σημαντικού επιστημονικού ενδιαφέροντος επί σειρά ετών. Ενώ έχει αναγνωριστεί η βιολογική βάση και ο ρόλος των γεννετικών παραγόντων στην οικολογία, δεν υπάρχει ακόμη συγκεκριμένη αποτελεσματική θεπαπεία, που να στοχεύει στην πλήρη αποκατάσταση. Οι έγκυρες ψυχολογικές θεραπείες και οι εκπαιδευτικές προσεγγίσεις στον τομέα του αυτισμού στηρίζονται στις θεωρίες της αναπτυξιακής ψυχοπαθολογίας. Η σημασία και η αξία της πρώιμης παρέμβασης, της εξειδικευμένης εκπαίδευσης και της υποστήριξης των γονέων έχει αποδειχθεί, ενώ η φαρμακοθεραπεία είναι χρήσιμη στον έλεγχο των συμπτωμάτων σε πολλές περιπτώσεις.
Σήμερα, δεν υπάρχει συγκεκριμένη θεραπεία για όλα τα άτομα ή για το ίδιο το άτομο, σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Η εξατομικευμένη εφαρμογή συνδυασμού ψυχοεκπαιδευτικών και βιολογικών θεραπειών σε διαφορετικές φάσεις της ζωής, διασφαλίζει υποστήριξη, σταθερότητα και συνέχεια στην προώθηση της ανεξαρτητοποίησης του ατόμου.