- “Με αγχώνει πολύ η πιθανότητα να συνάψει ερωτική επαφή ο γιος μου με κορίτσι” - 15 Ιουλίου 2024
- “H κόρη μου με ανησυχεί επειδή γράφει στις φίλες της πολλά ψέματα σαν να θέλει να την λυπούνται” - 18 Ιουνίου 2024
- “Το αγόρι της κόρης μου είχε ένα τροχαίο και κατέληξε…” - 10 Απριλίου 2024
Γράφει στο efiveia.gr η Δρ. Αναπτυξιακής Ψυχολογίας – Ψυχοθεραπεύτρια Ευφροσύνη Αλεβίζου
Έχετε ποτέ χρησιμοποιήσει την παραπανω φράση ή κάποια με παρόμοιο νόημα;
Μήπως σας έχουν απευθύνει ποτέ μια τέτοια φράση;
Θα σας ζητήσω να ταξιδέψετε νοερά στα χρόνια της εφηβείας σας. Κλείστε τα μάτια σας και φανταστείτε τον εαυτό σας στην ηλικία για παράδειμα των 15, των 16 ετών. Ή, αν θέλετε, βρείτε μια παλιά σας φωτογραφία και κοιταξτε τον /την έφηβο της φωτογραφίας. Αν σας έχουν απευθύνει μια τέτοια φράση, προσπαθήστε να θυμηθείτε την αφορμή. Σας προτείνω να ανασύρετε από την μνήμη σας τα πρόσωπα και τις φωνές των γονέων σας. Σας προτείνω ακόμα να ανασύρετε από την μνήμη σας την αντίδρασή σας σε τέτοιες φράσεις.
Πώς λειτούργησε στα δικά σας εφηβικά χρόνια η προσέγγιση «μη σε ξαναδώ να…»
Σας έπεισε η προσέγγιση αυτή; Συμμεριστήκατε τότε την επιθυμία και την απαγόρευση των γονιών σας; Αν όχι, γιατί;
Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα, σε αυτό ακριβώς το γιατί όχι, μου την έδωσε μία νεαρή έφηβη που για χάρη αυτού του άρθρου θα την ονομάσουμε «Μαρία». Ρώτησα λοιπόν την Μαρία αν αυτή η φράση λειτούργησε, και με χαμόγελο, μου απάντησε «όχι βέβαια».
Η Μαρία – όπως άλλωστε θα έκανε στη θέση της και κάθε άλλος έφηβος και έφηβη- συνέχισε να ανοίγεται στον έξω κόσμο, συνέχισε να εξερευνά και να πειραματίζεται και αγνόησε την απαγόρευση των γονιών της.
Όχι επειδή ήθελε να πληγώσει τους γονείς της. Όχι από αντιδραστικότητα. Όχι από πείσμα και έλλειψη ενσυναίσθησης. Η Μαρία αγνόησε την απαγόρευση για δύο λόγους: Ο πρώτος λόγος είναι ότι ο τρόπος που διατυπώθηκε η απαγόρευση την υποτιμά, αφού δεν της αναγνωρίζει την ικανότητα να χρησιμοποιεί σωστά την κρίση της. Είναι αυτονόητο ότι μέσα από υποτίμηση δεν πείθεται κανείς να αναθεωρήσει τις επιλογές του. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η απαγόρευση αντιβαίνει προς την επιθυμία της νεαρής έφηβης να διαμορφώσει τον κοινωνικό της κόσμο, χωρίς όμως ταυτόχρονα να έχει νόημα για την ίδια.
Ας εστιάσουμε στα δύο αυτά ζητήματα. Όπως έχω αναφέρει και σε προηγούμενα άρθρα μου στο efiveia.gr («Η σημαντικότητα των ορίων στην εφηβεία», «Δεν μπορώ να επιβάλω όρια στον έφηβο: τι να κάνω;», «Εφηβικά πρότυπα: Πόσο χρειάζεται να μας ανησυχούν;», «Όταν οι γονείς χάνουν τον έλεγχο») πιστεύω ότι η απόπειρα για εξαναγκασμό κατά κανόνα δημιουργεί τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα. Ο έφηβος θέλει να ορίζει σταδιακά όλο και περισσότερο ο ίδιος τις επιλογές του και κάθε απόπειρα επιβολής των απόψεων των άλλων του δημιουργεί θυμό, ματαίωση και αποθάρρυνση. Αυτά τα συναισθήματα τον οδηγούν σε κλείσιμο και απομάκρυνση από τους σημαντικούς ενήλικες. Ακόμα, το πιθανότερο είναι όλα αυτά τα συναισθήματα ο έφηβος να τα εκφράσει μέσα από συμπεριφορές που χαρακτηρίζονται από αντιδραστικότητα.
Αν επιχειρήσουμε να του απαγορεύσουμε και να του επιβάλλουμε τη δική μας άποψη, τότε η συμπεριφορά του μέσα από την οποία αντιτίθεται σε εμάς έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να εδραιωθεί. Θα μας πάει “κόντρα». Η κόντρα αυτή μπορεί να φαίνεται ότι έχει ως στόχο τους γονείς, αλλά σε βαθύτερο επίπεδο έχει ως στόχο την επιβεβαίωση του αισθήματος για την προσωπική του επάρκεια.
Επίσης, οι προσβολές που έχουν ως στόχο τους φίλους ή γενικότερα τις απόπειρες για κοινωνικό άνοιγμα των εφήβων αποτελούν ταυτόχρονα προσβολές απέναντι στον ίδιο τον έφηβο. Θίγοντας τις επιλογές του, θίγουμε την κρίση του. Στην εποχή αυτή της ζωής που η αυτοεκτίμηση είναι εύθραυστη και που η εμπιστοσύνη στον εαυτό εύκολα κλονίζεται, η δική μας εμπιστοσύνη είναι ιδιαίτερης σημασίας. Μέσα από τα επίπεδα της δικής μας εμπιστοσύνης φιλτράρει σε μεγάλο βαθμό ο/η έφηβος την εικόνα για τον εαυτό του και την εμπιστοσύνη στις δυνατότητές του να λειτουργήσει αυτόνομα. (Διαβάστε σχετικά στο efiveia.gr: Πώς θα μπορούσε κανείς να ξεκόψει ένα 15χρονο αγόρι από μια παρέα φίλων που έχει αποδειχτεί κακή για τους γονείς;)
Προλαβαίνω εδώ ένα εύλογο δικό σας ερώτημα: «τι γίνεται όμως αν πράγματι δεν εμπιστεύομαι την κρίση του παιδιού μου και την δυνατότητά του να κάνει επιλογές που δεν το θέτουν σε κίνδυνο;»
Αν δεν εμπιστευόμαστε την κριτική ικανότητα του εφήβου, οφείλουμε να ρίξουμε μια πολύ προσεκτική ματιά στο οικογενειακό μας σύστημα. Δεν θα βγάλουμε σωστά συμπεράσματα, ούτε θα οδηγηθούμε σε σωστές αποφάσεις μέσα από μια οπτική που διαχωρίζει τον έφηβο από την οικογένεια. Χωρίς λοιπόν να κατηγορούμε τον εαυτό μας, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι οι επιλογές του εφήβου αντικατοπτρίζουν ως ένα βαθμό τον τρόπο με τον οποίο μεταδίδονται οι οικογενειακές αξίες. Αναφέρομαι στον τρόπο και όχι στις ίδιες τις αξίες, γιατί οι έφηβοι συχνά πειραματίζονται σε πεδία που δεν αντιπροσωπεύουν τον κόσμο των οικογενειακών αξιών.
Η λέξη κλειδί εδώ είναι η σχέση. Μέσα από τη σχέση μας με τα παιδιά μας τους περνάμε τις αξίες μας για τη ζωή. Δεν είναι απίθανο η σχέση μας να μην μπορέσει να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις και τις προκλήσεις της εφηβείας, με αποτέλεσμα να «ακυρώνονται» τα μηνύματά μας. Μπορεί δηλαδή ο έφηβος να πειραματιστεί με σχέσεις και συμπεριφορές που δεν ταιριάζουν σε αυτό που εμείς οι γονείς του έχουμε μεταδώσει ως σημαντική αξία για τη ζωή. Συχνά, κάπου προς τη μέση φάση της εφηβείας, χάνεται η ισορροπία ανάμεσα στις επιρροές από την οικογένεια και στις επιρροές από τον κόσμο των συνομηλίκων. Ούτε μπορούμε, ούτε και θα ήταν σωστό για τον έφηβο να καταργήσουμε την επιρροή των συνομηλίκων.
Το ζητούμενο δεν είναι να κατασκευάσουμε αντίγραφα του δικού μας κόσμου μέσα από τα παιδιά μας. Το ζητούμενο οφείλει κατά τη γνώμη μου να είναι η διακριτική μας καθοδήγηση προκειμένου ο έφηβος να διαμορφώσει τον κόσμο που του ταιριάζει με ασφάλεια. Στην πορεία προς τη διαμόρφωση του κόσμου του, είναι αναμενόμενο ότι θα κάνει και λανθασμένες επιλογές.
Αν ανατρέξετε πίσω στα χρόνια της δικής σας εφηβείας είμαι βέβαιη ότι θα θυμηθείτε δικές σας λανθασμένες επιλογές. Τι σας βοήθησε τότε στην στάση των γονέων σας; Ποιες συμπεριφορές τους και ποιοι χειρισμοί τους λειτούργησαν αρνητικά; Σας χρησίμευσαν τα λάθη σας; Σας βοήθησαν να μάθετε κάτι καινούριο για τον εαυτό σας; Σας βοήθησαν να οξύνετε το κριτήριό σας για τις κοινωνικές καταστάσεις και τη θέση σας μέσα σε αυτές;
Με παρόμοιο τρόπο θα βοηθήσουν και το παιδί σας τα λάθη του. Να θυμάστε όμως ότι η εκτίμηση των επιλογών του περνά μέσα από τη μεταξύ σας σχέση. Έχει το περιθώριο να μοιραστεί τον κόσμο του μαζί σας; Αν ναι, τότε δεν χρειάζεται να ανησυχείτε. Θα απευθυνθεί σε εσάς και θα σας δώσει το περιθώριο να παρέμβετε με τις προτάσεις σας και με την δική σας οπτική για τα πράγματα.
Τι θα βοηθούσε λοιπόν αντί για τη φράση «μη σε ξαναδώ να…»;
Την απάντηση την έδωσε η ίδια η νεαρή έφηβη όπως είναι βέβαιο ότι θα μας τη δώσει και ο /η κάθε έφηβος, αν οι συνθήκες της μεταξύ μας σχέσης του επιτρέπουν να μιλά και να ακούγεται
Και έτσι ερχόμαστε στον δεύτερο λόγο για τον οποίο η έφηβη δεν έλαβε υπόψη της την απαγόρευση. Η Μαρία λοιπόν μου είπε ότι θα λάμβανε υπόψη της τους γονείς της, αν «σε κάτι έπεφταν μέσα». Αν διατύπωναν επιχειρήματα που να έχουν νόημα για την ίδια και να μην ακούγονται ως «κήρυγμα» και ως απόπειρα για εξαναγκασμό. Αν δηλαδή μέσα από τα επιχειρήματά τους οι γονείς, την βοηθούσαν να αντιληφθεί η ίδια τις διαστάσεις που δεν ταιριάζουν στις δικές της επιθυμίες για τον εαυτό της. Αν μέσα από την οπτική τους, οι γονείς την βοηθούσαν να απαντήσει στο ερώτημα, «ποια θέλω να είμαι;», τότε θα ήταν πολύ πιο πιθανό να λάβει υπόψη της τη γνώμη τους.
Προσοχή λοιπόν στο πώς διατυπώνουμε τις διαφωνίες και τις αντιρρήσεις μας. Προσοχή στην παρόρμησή μας να απαγορεύσουμε επιλογές και να επιβάλλλουμε την οπτική μας μέσω εξαναγκασμού. Εστιάζουμε στον σεβασμό του εφήβου και στην αναγνώριση των δικών μας στάσεων που εκλαμβάνει ως υποτιμητικές. Αν είμαστε διατεθιμένοι να ακούσουμε, αν είμαστε διατεθειμένοι να δούμε τον κόσμο τους χωρίς προκαταλήψεις, τότε οι έφηβοι και θα μας μιλήσουν και θα μας δείξουν τον κόσμο τους.
Τι έγινε τελικά στην ιστορία της Μαρίας; Επειδή η εφηβεία είναι εποχή συνέχειας και όχι τέλους, θα σας αποκαλύψω ότι η ιστορία της Μαρίας είχε αίσια συνέχεια. Θα σας αποκαλύψω ακόμα ότι οι προϋποθέσεις για την αίσια συνέχεια ήταν τα γερά θεμέλια επικοινωνίας με τους γονείς της, το θετικό οικογενειακό κλίμα, η ανοιχτή και ευέλικτη διάθεση και η αναζήτηση κατάλληλης συμβουλευτικής γονέων και η διάθεση της ίδιας της έφηβης να θέσει ερωτήματα για τον εαυτό της. Η φράση των γονιών επαναδιατυπώθηκε με όρους που δεν υποτιμούσαν τη Μαρία. Μοιράστηκαν μαζί της την οπτική τους και τις ανησυχίες τους και η ίδια αναδιαμόρφωσε τις επιλογές της παρέας της με τρόπο που να ταιριάζει στις προσδοκίες για τον εαυτό της.
Αυτό το άρθρο είναι αφιερωμένο στη «Μαρία» και την οικογένειά της.