Η Πανελλήνια έρευνα στους μαθητές εφηβικής ηλικίας για συμπεριφορές που συνδέονται με την υγεία (Έρευνα HBSC/WHO) έχει αναγνωριστεί διεθνώς ως μια έγκυρη πηγή πληροφοριών για τα θέματα της εφηβείας η οποία προσφέρει πολύτιμες κατευθύνσεις στον τομέα της πρόληψης σε επαγγελματίες, πολιτικούς, γονείς, ενώ βοηθά να κατανοηθούν καλύτερα οι αλλαγές στον τρόπο ζωής των νέων μέσα στο πλαίσιο του συνεχώς μεταβαλλόμενου κοινωνικοοικονομικού περιβάλλοντος στο οποίο ζουν.
Στόχοι της έρευνας
Η έρευνα μελετά τους σημαντικότερους τομείς της ζωής των εφήβων όπως την οικογένεια, το σχολείο, τις φιλικές σχέσεις, τις ασχολίες στον ελεύθερο χρόνο. Εξετάζει επίσης τις συνήθειες και συμπεριφορές που επηρεάζουν την υγεία όπως, τις συνήθειες διατροφής και σωματικής άσκησης, τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών, τη βία στο σχολείο, τα ατυχήματα, την παχυσαρκία.
Μεθοδολογία
Στην έρευνα συμμετέχει αντιπροσωπευτικό δείγμα περίπου 4.500 μαθητών ηλικίας 11, 13 και 15 ετών. Η συλλογή των στοιχείων γίνεται με τη χρήση ανώνυμου, αυτοσυμπληρούμενου ερωτηματολογίου που χορηγείται μέσα στην τάξη, χωρίς την παρουσία εκπαιδευτικού. Η συμμετοχή των σχολείων και των μαθητών στην έρευνα είναι προαιρετική.
Συμπεράσματα
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της πανελλήνιας έρευνας του 2014 για τις συμπεριφορές που συνδέονται με την υγεία των εφήβων μαθητών ηλικίας 11-15 ετών, μία σημαντική μερίδα του πληθυσμού αυτού έχει κάνει -ή εξακολουθεί να κάνει χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών: ένας στους τρεις 15χρονους έχει καπνίσει τσιγάρο, ένας στους πέντε κάπνισε τις 30 τελευταίες ημέρες πριν από την έρευνα, ενώ ένας στους 8 έχει μεθύσει τουλάχιστον μία φορά κατά την ίδια περίοδο. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ένας στους έξι 15χρονους αναφέρει πειραματισμό με ηλεκτρονικό τσιγάρο, από τη χρήση του οποίου οι επιπτώσεις για την υγεία δεν έχουν ακόμα διερευνηθεί πλήρως, αν και θεωρείται ότι αποτελεί πύλη εισόδου στη χρήση τσιγάρου ή και άλλων ουσιών στους εφήβους.Τα παραπάνω υπογραμμίζουν την ανάγκη ενίσχυσης και επέκτασης προγραμμάτων και πολιτικών αποτροπής εισόδου των εφήβων στο κάπνισμα και την κατανάλωση αλκοόλ.
Θετική εξέλιξη αποτελεί ότι το κάπνισμα και η κατανάλωση αλκοόλ εμφανίζουν διαχρονικά μειούμενη τάση στη χώρα μας, όπως άλλωστε είχε παρατηρηθεί και από προηγούμενες έρευνες.2 Οι τάσεις αυτές ενδεχομένως συνδέονται με την αύξηση των τιμών πώλησης των προϊόντων καπνού και οινοπνευματωδών,3 σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση των τελευταίων ετών η οποία περιόρισε τις δυνατότητες πρόσκτησης των προϊόντων αυτών από μέρος του πληθυσμού στη χώρας μας.4 Στην ερμηνεία των παραπάνω τάσεων θα πρέπει να αναφερθεί και η πιθανή συμβολή των προγραμμάτων πρόληψης και προαγωγής της υγείας, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την αλλαγή στις στάσεις και συμπεριφορές των εφήβων απέναντι στον καπνό και το αλκοόλ και τις επιπτώσεις από τη χρήση των ουσιών αυτών στην υγεία.
Αντίθετα, αύξηση παρατηρείται στο ποσοστό των εφήβων στη χώρα μας που έχουν δοκιμάσει ή εξακολουθούν να κάνουν χρήση κάνναβης, γεγονός που θα πρέπει να μας κρατήσει σε εγρήγορση. Μάλιστα μία μικρή αλλά σημαντική μερίδα εφήβων (το 2,1% των 15χρονων) –εκτός από το ότι έχουν χρησιμοποιήσει κάνναβη– καπνίζουν τσιγάρα καθημερινά και καταναλώνουν αλκοόλ συχνά. Οι έφηβοι αυτοί διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για συνέχιση της χρήσης, κατάχρηση και εξάρτηση από τις ουσίες αυτές καθώς και υιοθέτησης άλλων συμπεριφορών υψηλού κινδύνου, καθιστώντας συνεπώς επιτακτική την ανάγκη ανάπτυξης επικεντρωμένων παρεμβάσεων πρόληψης προσαρμοσμένων στα χαρακτηριστικά του πληθυσμού αυτού.