Γράφει για το efiveia.gr η Ψυχολόγος – Παιδοψυχολόγος Αθανασία Κουτσούκου
Όλοι οι γονείς αισθάνονται ανήμποροι μπροστά σε έναν έφηβο, που διεκδικεί δικαιώματα που δεν μπορούν να κατανοήσουν, κολλάει με τις ώρες σε μια οθόνη, το κινητό του «έχει γίνει σκουλαρίκι», κλείνει πόρτες, κλειδώνει συρτάρια, ρίχνει γροθιές στους τοίχους, απειλεί ακόμη και με φυγές και κατηγορεί τους γονείς του για καταπίεση και φασιστική συμπεριφορά.
Κι ενώ τη μια στιγμή είναι έτσι, την άλλη, είναι ένα γλυκομίλητο παιδί, που αναγνωρίζει ότι παραφέρεται, αλλά δεν μπορεί να το ελέγξει. Το θέμα είναι πως ο γονιός έχει ήδη ακούσει και πει τόσα πολλά που δεν μπορεί να καταλάβει για ποιον λόγο συμβαίνουν, βιώνει την αποτυχία του ως γονέας και νιώθει πως πια έχει χάσει το παιδί του.
Δεν είναι υπερβολή, να υποστηρίξουμε πως όταν υπάρχει έφηβος στο σπίτι, οι γονείς πρέπει να είναι σε πλήρη επαγρύπνηση, ώστε να κατανοούν και να προλαμβάνουν τις ανάγκες του.
Τρεις βασικές αρχές της επικοινωνίας πρέπει να επιστρατευθούν για το γονιό, αναφέρει η κυρία Κουτσούκου στο efiveia.gr:
- Να είναι καλός ακροατής : είναι πολύ σημαντικό ο γονιός να ακούει πολύ προσεκτικά τι έχει να του πει ο έφηβος. Ένας από τα βασικά παράπονα των εφήβων είναι ότι δεν ακούγονται, ότι δεν έχουν ελευθερία γνώμης και απλά δέχονται τις αποφάσεις των γονέων χωρίς να μπορούν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους.
- Να μην κρίνει: είναι το πιο γρήγορο λάθος του γονέα. Βγάζει πολύ εύκολα συμπεράσματα και κολλάει ταμπέλες, οι οποίες είναι ειρωνικές, σαρκαστικές και φυσικά βιώνονται από τον έφηβο ως υποτιμητικές.
- Να αποδέχεται: ο έφηβος θέλει να νιώσει πως η γνώμη του μετράει και δεν την είπε απλά για να την πει. Ο γονιός πρέπει να κατανοήσει αυτό που του είπε ο συνομιλητής του και να τον αντιμετωπίσει σαν να μιλά σε ένα φίλο του ή ακόμη καλύτερα σε ένα άτομο που σέβεται ιδιαίτερα.
Έφτασε η στιγμή όπου πλέον το μικρό παιδάκι, μέχρι πρότινος, ορθώνει ανάστημα και προβάλλει ένα ηχηρό «όχι», χωρίς φυσικά να σκέφτεται τις επιπτώσεις και χωρίς να λογαριάζει τί είδους ψυχική πίεση προκαλεί στον απέναντί του. Άλλωστε έτσι είναι οι επαναστάσεις. Ο επαναστάτης θέλει να διεκδικήσει τα δικαιώματά του, να επιβάλλει τα «θέλω» του, αψηφώντας το κόστος. Είναι πράγματι μια φυσιολογική κατάσταση για την εφηβεία. Κι έτσι πρέπει να βιωθεί από τους γονείς. Όχι σαν αρρώστια, αλλά σαν μια νέα θεώρηση των πραγμάτων. Πρέπει και οι ίδιοι να είναι έτοιμοι για διαπραγμάτευση!
Θα ήταν πολύ ευτυχές, οι γονείς να είχαν πάντοτε αυτού του είδους την επικοινωνία με τα παιδιά τους και να μη χρειάζεται να κάνουν τεράστιες αλλαγές κατά το πώς τους το επιτάσσει το παιδί τους. Η λύση λοιπόν, ίσως βρίσκεται πολύ πίσω, ίσως ακόμη και τότε που το παιδί για πρώτη φορά εξέφρασε την ανάγκη του να μη θέλει να κοιμηθεί, αλλά να παίξει λίγο ακόμη. Αν από τότε ξεκινήσει ο γονιός να συζητά με το παιδί (κι ας φαίνεται κάτι αλλόκοτο, να συζητά σοβαρά και με επιχειρηματολογία ακόμη και με ένα νήπιο 2-3 ετών) τότε θα είναι πολύ πιο εύκολο να υποδεχτούμε την εφηβεία και όλη την επαναστατική της ορμή…