Ερώτημα αναγνώστριας
“Ο γιος μου είναι 16 ετών. Με τον πατέρα του έχουμε χωρήσει. Έχουν επικοινωνία βέβαια. Φέτος άρχισε να κάνει κακές παρέες στο σχολείο. Έφτασε στο σημείο να δοκιμάσει χασίς και να αγοράσει κιόλας. Το ανακάλυψα την ίδια μέρα. Τον έβαλα τιμωρία, μίλησα στον πατέρα του και μίλησα και στο ίδιο το παιδί για τα ναρκωτικά. Του έδειξα βίντεο στο internet, του έδειξα ταινίες με ναρκωτικά, του μίλησα ήρεμα. Δυστυχώς το παιδί μου επιμένει ότι το χασίς δεν προκαλεί εθισμό και λέει ότι θα πιστέψει όλα αυτά που του λέω αν του τα πει κάποιος πρώην χρήστης. Τι να κάνω; Πώς να του αποδείξω ότι αυτός ο δρόμος μπορεί να είναι η καταστροφή του;”
Απαντά η Ψυχολόγος Χριστιάνα Γερμανού
Κατ’ αρχάς δεν χρειάζεται να πανικοβάλλεστε! Ο πανικός μας οδηγεί τις περισσότερες φορές σε βεβιασμένες, σπασμωδικές κινήσεις. Ας τα πάρουμε τα πράγματα λοιπόν από την αρχή για να μπουν σε μία σειρά.
Η εφηβεία είναι εξ’ ορισμού η ηλικία της αναζήτησης, της αμφισβήτησης και του πειραματισμού, οπότε είναι αναμενόμενο κάποιος που θα δοκιμάσει πρώτη φορά ψυχοτρόπες ουσίες να το κάνει περίπου σε αυτήν την ηλικία. Το πώς, πότε και με ποιον εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα η παρέα (δηλαδή το να επιδιώκει να νιώσει αποδεκτό μέλος), οι τρέχουσες συνθήκες ζωής, κι οι συναισθηματικοί παράγοντες που ίσως δυσκολεύεται ένας έφηβος να εκφράσει.
Για να περάσει από την δοκιμή και τον πειραματισμό στην εξάρτηση δεν αρκεί η ουσία. Δεν οδηγεί απαραίτητα η μία ουσία στην άλλη, ούτε γίνονται τοξικομανείς όσοι δοκιμάζουν κάποια ναρκωτική ουσία. Δεν είναι η ουσία το πρόβλημα μας αλλά ο τρόπος που η κάθε προσωπικότητα ανταποκρίνεται στην ουσία. Τί ανάγκες αποζητά να ικανοποιήσει ο έφηβος κάνοντας χρήση; Η συγκεκριμένη ουσία του ικανοποιεί αυτές τις ανάγκες; Πώς θα μπορούσε να τις εκφράσει αντί να τις καταπίνει μαζί με την ουσία;
Το γεγονός ότι το ανακαλύψατε μήπως λέει κάτι; Συνήθως οι έφηβοι που θέλουν να αποκρύψουν πληροφορίες από τους γονείς το καταφέρνουν αρκετά καλά. Μήπως λοιπόν, αντί της τιμωρίας (που σίγουρα δεν έχει κανένα αποτέλεσμα, πόσο μάλλον σε έναν έφηβο που ήδη αντιδρά) να προσπαθήσετε την συζήτηση; Και λέγοντας συζήτηση εννοώ την διερευνητική συζήτηση, αυτήν κατά την οποία ο γιος σας θα αισθανθεί ότι όντως τον ακούτε κι ενδιαφέρεστε για αυτά που θέλει να εκφράσει, κι όχι μία διδακτική κατήχηση! Οποιοσδήποτε έφηβος αποκρίνεται θετικά όταν νιώσει ότι είμαστε ειλικρινείς εμείς μαζί του (κι αυτό σημαίνει πολλές φορές και δικές μας παραδοχές), ότι είμαστε “ανθρώπινοι” κι αληθινοί και ότι μπορεί να μας εμπιστευτεί (σκεφτείτε με το χέρι στην καρδιά εσείς σε ποιόν γονέα θα θέλατε να ανοίξετε την ψυχή σας;).
Επίσης, είναι καλή ιδέα αφού τον ακούσετε και τον ενθαρρύνετε να “ανοιχτεί” να προσπαθήσετε να δείτε ποιες είναι οι ανάγκες του συγκεκριμένου εφήβου (όχι ποιες θεωρείτε εσείς) και να βρείτε δημιουργικές και εποικοδομητικές διεξόδους.
Καλό θα ήταν να κρατήσετε κοινή “γραμμή” με τον πατέρα του ώστε να μην νιώσει ο γιος σας πως ό,τι δεν του δίνεται στην μία πλευρά θα μπορεί να το πάρει από την άλλη. Χρειάζεται να επενδύσετε στην σχέση σας με τον γιο σας για να νιώσει ότι δεν χρειάζεται να στραφεί αλλού. Θυμηθείτε και τον εαυτό σας σε αυτήν την ηλικία. Οι έφηβοι στην ουσία είναι ακόμα παιδιά που προσπαθούν να γίνουν ενήλικες, και μέσα σε αυτό το πλαίσιο νιώθουν μπερδεμένοι, φοβισμένοι κι ανασφαλείς οπότε η καλύτερη δική μας διαχείριση είναι η συζήτηση, η ενθάρρυνση, η παρότρυνση, η υποστήριξη κι η επιβράβευση για όσα καταφέρνουν!
Αν δείτε ότι το θέμα επιμένει μπορείτε να απευθυνθείτε για εξατομικευμένες συμβουλές σε κάποιον ειδικό σε θέματα εξαρτήσεων, και στο www.okana.gr
Με εκτίμηση,
Χριστιάνα Γερμανού
Συμβουλευτική – Ψυχοθεραπεία