- Μαθητές με ΔΕΠ/Υ και κατ’ οίκον εργασία: Η συμμετοχή της οικογένειας - 16 Οκτωβρίου 2020
- Η ΔΕΠ/Υ στην Εφηβεία: Χαρακτηριστικά και Συμβουλές στους γονείς - 16 Σεπτεμβρίου 2020
- Επαγγελματικές επιλογές εφήβωνμε Μαθησιακές Δυσκολίες - 17 Ιουλίου 2020
Γράφει στο efiveia.gr η Εκπαιδευτικός – Ειδική παιδαγωγός Μαρία Γιουμούκη
Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής ή/και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) – διεθνώς Attention Deficit Hyperactivity Disorder (ADHD) – είναι μια από τις συχνότερες νευροβιολογικές διαταραχές της παιδικής ηλικίας, η οποία συνεχίζεται, κατά ένα σημαντικό ποσοστό, και στην ενήλικη ζωή. Εμφανίζεται στο 5-7% του μαθητικού πληθυσμού με σχέση συνήθως 3:1 υπέρ των αγοριών. Αρκετοί επιστήμονες, ωστόσο, πιστεύουν ότι η συχνότητα εμφάνισης είναι περίπου η ίδια και στα δυο φύλα, με τη διαφορά ότι τα κορίτσια συχνά δεν είναι υπερκινητικά και διαχειρίζονται καλύτερα τη διαταραχή τους, γι’ αυτό και η διάγνωση μπορεί να διαλάθει ή να γίνει αργότερα. Παρόλο που πρόκειται για μια τόσο συχνή κατάσταση, η ΔΕΠ/Υ συνεχίζει να είναι ελάχιστα κατανοητή στην κοινότητα και να μην είναι αποδεκτή από όλες τις επιστημονικές και κοινωνικές ομάδες. Βέβαια, την τελευταία 10ετία έχουν ενταθεί οι προσπάθειες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της κοινωνίας, αναφορικά με τη διαταραχή, από διάφορες επιστημονικές ομάδες και φορείς. Αν και είναι, όμως, η ΔΕΠ/Υ μια από τις πιο μελετημένες και τεκμηριωμένες παιδοψυχιατρικές διαταραχές παγκοσμίως, έχει συγχρόνως προκαλέσει τις περισσότερες συζητήσεις και εξακολουθεί να υποδιαγιγνώσκεται σε πολλές χώρες μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Τα παιδιά με ΔΕΠ/Υ εμφανίζονται στους ειδικούς συνήθως, μεταξύ 3 και 7 χρόνων. Η αναγνώριση του προβλήματος συμπίπτει, στις περισσότερες περιπτώσεις, με την ένταξη στο σχολείο, εξαιτίας των αυξημένων απαιτήσεων για συγκέντρωση της προσοχής, οργάνωση και συμμόρφωση στους κανόνες.
Τα χαρακτηριστικά (πυρηνικά) συμπτώματα της ΔΕΠ/Υ, δηλαδή η διάσπαση προσοχής, η παρορμητικότητα και η υπερκινητικότητα, θεωρούνται τόσο κοινά στην παιδική ηλικία, που συχνά η διάγνωση παραβλέπεται, ενώ σε πολλές περιπτώσεις τα προβλήματα που η ίδια η ΔΕΠ/Υ προκαλεί στη συμπεριφορά, την κοινωνική προσαρμογή ή τη σχολική επίδοση, αποδίδονται σε άλλες καταστάσεις που μπορεί να συνυπάρχουν. Έτσι, η ΔΕΠ/Υ παραμένει συχνά αδιάγνωστη ή εσφαλμένα διαγνωσμένη ενώ, ακόμη και όταν γίνεται η σωστή διάγνωση, δεν εφαρμόζεται πάντοτε ένα ολοκληρωμένο μοντέλο συνδυασμού θεραπευτικών προσεγγίσεων που απαιτεί η αντιμετώπιση της.
Τα βασικά συμπτώματα, δηλαδή αυτά της διάσπασης της προσοχής, της δυσκολίας στη συγκέντρωση, της υπερκινητικότητας και της παρορμητικότητας παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ο κατεξοχήν τρόπος, με τον οποίο παρουσιάζεται η ΔΕΠ/Υ και στην εφηβεία.
Στην εφηβεία τα συμπτώματα της υπερκινητικότητας αμβλύνονται (υπάρχει μια κινητική ανησυχία), είναι έντονη η παρουσία της παρορμητικότητας, ενώ στο επίκεντρο εμφανίζονται σοβαρά προβλήματα συμπεριφοράς. Περιγράφονται συναισθηματικά ανώριμα, ανεύθυνα, με δυσκολία να παραμείνουν σε σχέσεις και γενικά με υποδεέστερες κοινωνικές δεξιότητες, χαμηλή αυτοεκτίμηση και με κακή σχολική επίδοση και αδιαφορία για τη μάθηση.
Οι έφηβοι που παρουσιάζουν αυτή τη δυσκολία συχνά γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν, όμως δυσκολεύονται να ολοκληρώσουν τον στόχο τους, έχουν δυσκολία να εστιάσουν την προσοχή τους, είναι παρορμητικοί και συχνά, αλλά όχι πάντα, διακατέχονται από υπερβολική δραστηριότητα ή ανησυχία. H δυσκολία στη συγκέντρωση, η δυσκολία στην ταξινόμηση πληροφοριών και η έλλειψη προσοχής μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη σχολική απόδοση, ενώ η παρορμητική συμπεριφορά μπορεί να επηρεάσει τις κοινωνικές τους σχέσεις.
Ενώ η Διαταραχή Eλλειμματικής Προσοχής με/χωρίς Yπερκινητικότητα είναι, όπως έχει αναφερθεί, μια πολύ κοινή διαταραχή ανάμεσα στα παιδιά, στην εφηβεία είναι συχνά δύσκολο να διαγνωσθεί, γιατί κρύβεται πίσω από άλλα προβλήματα. Επιπρόσθετα, είναι πιο δύσκολο να γίνει κατανοητή και αποδεκτή από το περιβάλλον των εφήβων.
Η ανάγκη για σωστή αξιολόγηση και θεραπεία της ΔΕΠ/Υ στην εφηβεία δεν σχετίζεται μόνο με την ανάγκη το παιδί να τα πηγαίνει καλά στο σχολείο. Δύο ακόμα παράγοντες που συχνά παραγνωρίζονται είναι οι εξής:
α) Οι έφηβοι με ΔΕΠΥ κινδυνεύουν δύο με τρεις φορές περισσότερο από ότι άλλοι έφηβοι στο να κάνουν κατάχρηση οινοπνευματωδών ποτών και να αρχίσουν να χρησιμοποιούν ψυχοτρόπες ουσίες.
β) Οι έφηβοι με ΔΕΠΥ λόγω της παρορμητικότητας τους και της αγάπης τους για τον κίνδυνο και το διαφορετικό, καταφεύγουν συχνά, χωρίς να το πολυσκεφτούν, σε ανώριμες κοινωνικές συμπεριφορές με τις συνεπακόλουθες συνέπειες.
Συνήθως, ένας συνδυασμός φαρμακοθεραπείας και ψυχοθεραπείας φέρνει και τα καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα.
Ορισμένες σημαντικές συμβουλές για τους γονείς είναι οι εξής:
- Η φαρμακευτική αγωγή είναι ασφαλής και προσφέρει σημαντική βοήθεια, αλλά δεν πρέπει να πιέζετε τον γιατρό για μεγάλες δόσεις.
- Ο έφηβος χρειάζεται, ακόμα και σε αυτήν την ηλικία, ξεκάθαρα μηνύματα, όρια και επίβλεψη.
- Υποστηρίξτε δραστηριότητες μέσα από τις οποίες ο έφηβος θα αντλήσει προσωπική ικανοποίηση και αξία (σπορ, μουσική, τέχνες κ.λπ.).
- Ανταμείψτε την καλή συμπεριφορά.
- Θέστε συνέπειες για την ανεπιθύμητη συμπεριφορά.
- Περάστε ποιοτικό χρόνο μόνοι σας με το παιδί σας, άσχετα με την απόδοσή του στο σχολείο.
- Βεβαιωθείτε ότι ο έφηβος ακολουθεί ένα ισορροπημένο πρόγραμμα διαβάσματος, ψυχαγωγίας και ξεκούρασης με πολλές ώρες ύπνου το βράδυ και σωστή διατροφή.
- Θέστε σαφείς κανόνες και όρια στη χρήση της τηλεόρασης, του υπολογιστή, του κινητού τηλεφώνου, του τάμπλετ και παρεμφερών συσκευών.
- Βεβαιωθείτε ότι όλα αυτά είναι σβηστά τουλάχιστον μία ώρα πριν την ώρα του βραδινού ύπνου.